- αποβουτύρωση
- ηη αφαίρεση του βουτύρου από το γάλα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
αποβουτύρωση — Το χτύπημα του γάλακτος, η αφαίρεση του βουτύρου από το γάλα. Η α. γίνεται σήμερα με ειδικές συσκευές φυγοκέντρισης, σε θερμοκρασία 25° 35°C, ενώ παλαιότερα γινόταν με αποκορύφωση και απομάκρυνση της κρέμας που είχε σχηματιστεί στην επιφάνεια του … Dictionary of Greek
βούτυρο — Λιπαρό προϊόν διατροφής, με λευκό ή κιτρινωπό χρώμα, που παρασκευάζεται από την κρέμα του γάλακτος των ζώων. Ανάλογα με τον τρόπο παρασκευής του, διακρίνεται σε νωπό ή φρέσκο β. και σε λιωμένο β. μαγειρικής. Το νωπό β. αποτελείται από λιπαρές… … Dictionary of Greek
γάλα — Υγρό που εκκρίνεται από τους μαστικούς αδένες των θηλαστικών. Το γ. είναι ένα γαλάκτωμα, δηλαδή νερό με λεπτότατα λιποσφαίρια που περιέχει, εκτός από το λίπος, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ένζυμα, άλατα και βιταμίνες. Όλα τα συστατικά αυτά φέρονται… … Dictionary of Greek
δάρτης — ο (AM δάρτης) [δέρω] αυτός που δέρνει ή μαστιγώνει νεοελλ. 1. γεωργικό εργαλείο με το οποίο χτυπούν τον καρπό τού καλαμποκιού για να αποσπάσουν τους σπόρους από τον ξυλώδη κώνο 2. όργανο με το οποίο αναταράσσεται το γάλα για αποβουτύρωση 3.… … Dictionary of Greek
εκβουτύρωση — η αφαίρεση τού βουτύρου από το γάλα, αποβουτύρωση … Dictionary of Greek
βουτυρόγαλα — το το υγρό που μένει μετά την αποβουτύρωση του γάλατος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)